-
1 дорога
дорога ж в разн. знач. о δρόμος шоссейная \дорога о ασφαλτόδρομος' автомобильная \дорога о αυτοκινητόδρομος сбиться с \дорогаи χάνω το δρόμο уступить -у παραχωρώ (το δρόμο) нам по \дорогае πάμε μαζί \дорогаой, в \дорогае στο δρόμο* * *ж в разн. знач.ο δρόμοςшоссе́йная доро́га — ο ασφαλτόδρομος
автомоби́льная доро́га — ο αυτοκινητόδρομος
сби́ться с доро́ги — χάνω το δρόμο
уступи́ть доро́гу — παραχωρώ (το δρόμο)
нам по доро́ге — πάμε μαζί
доро́гой, в доро́ге — στο δρόμο
-
2 магистраль
магистраль ж о μεγάλος δρόμος ( για τη συγκοινωνία)· железнодорожная - η σιδηροδρομική αρτηρία' автомобильная \магистраль ο αυτοκινητόδρομος* * *жο μεγάλος δρόμος (για τη συγκοινωνία)железнодоро́жная магистра́ль — η σιδηροδρομική αρτηρία
автомоби́льная магистра́ль — ο αυτοκινητόδρομος
-
3 автомагистраль
автомагистральж ὁ αὐτοκινητόδρομος, ὁ κεντρικός αὐτοκινητόδρομος. -
4 автодром
ο αυτοκινητόδρομος δοκιμώνη πίστα (αυτοκινητιστικών) αγώνωνРусско-греческий словарь научных и технических терминов > автодром
-
5 автомагистраль
ο κύριος αυτοκινητόδρομοςη εθνική οδόςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > автомагистраль
-
6 автострада
ο δρόμος ταχείας κυκλοφορίαςο αυτοκινητόδρομοςη εθνική οδόςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > автострада
-
7 дорога
ο δρόμος, η οδόςканатная - εναέριος σιδηρόδρομος, разг. το τελεφερίκ (ξεν.)магистральная - η βασική/κεντρική οδός/αρτηρίαобъездная - η παράκαμψη, παρακαμπτήριος -подвесная канатная - с кольцевым движением ο εναέριος σιδηρόδρομος με συνεχόμενη (κυκλική) κυκλοφορίαскоростная - ταχείας κυκλοφορίας, η εθνική οδόςшоссейная - ο αμαξόδρομος, κύριος -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > дорога
-
8 шоссе
ο αυτοκινητόδρομος, η οδός εντατικής κυκλοφορίας.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > шоссе
-
9 автострада
-
10 автострада
авто||страдаж ὁ αὐτοκινητόδρομος. -
11 дорога
дорог||аж1. ὁ δρόμος:проселочная \дорога ὁ ἀμαξόδρομος, ὁ χωραφόδρομος· шоссейная \дорога ὁ ἀσφαλτόδρομος, ὁ ἀμαξόδρομος· автомобильная \дорога ὁ δημόσιος δρόμος, ὁ αὐτοκινητόδρομος· проезжая \дорога ὁ ἀμαξιτός δρόμος· узкоколейная \дорога ἡ στενή σιδηροδρομική γραμμή· одноколейная \дорога ἡ μονή σιδηροδρομική γραμμή· торная \дорога а) ὁ ἔτοιμος δρόμος, б) перен ἡ πεπατημένη (οδός)· сбиться с \дорогаи прям., перен χάνω τόν δρόμο, παραστρατώ·2. (путешествие) ὁ δρόμος, τό ταξίδι:дальняя \дорога ὁ μακρυνός δρόμος, τό μακρυνό ταξίδί отправляться в \дорогау ξεκινώ γιά ταξίδι·3. (место прохода или проезда) ἡ διάβαση [-ις], ἡ δίοδος, τό πέρασμα:дайте мне \дорогау! κάντε μου δρόμο!· уступить \дорогау кому́-л. παραμερίζω νά περάσει κάποιος, ἀφήνω κάποιον νά περάσει· ◊ железная \дорога ὁ σιδηρόδρομος· идти своей \дорогаой ἀκολουθώ τό δρόμο μου, τραβώ τό δρόμο μου· по \дорогае (попутно) πηγαίνοντας· мне с вами не по \дорогае οἱ δρόμοι μας εἶναι διαφορετικοί· пробивать себе́ \дорогау ἀνοίγω τό δρόμο μου· на половине \дорогаи στή μέση τοῦ δρόμου, στό μισό δρόμο, ἀφήνω κάτι μισοτελειωμένο· стать кому́-л. поперек \дорогаи γίνομαι ἐμπόδιο, κλείνω τόν δρόμο σέ κάποιον туда ему́ и \дорога! разг ἔτσι τοῦ πρέπει!, τἄθελε καί τἄπαθε!· скатертью \дорогаΙ νά πάει στήν εὐχή καί στήν ἀνεμοζάλη. -
12 магистраль
магистральж ἡ συγκοινωνιακή ἀρτηρία:железнодорожная \магистраль ἡ σιδηροδρομική ἀρτηρία· водная \магистраль ἡ ποταμοπλοϊ-κή ἀρτηρία· автомобильная \магистраль ὁ (μεγάλος) αὐτοκινητόδρομος. -
13 шоссе
шосс||ес нескл. ὁ δημόσιος δρόμος/ ὁ λιθόστρωτος δρόμος (мощеное):асфальтированное \шоссе ὁ ἀσφαλτόδρομος· автомобильное \шоссе ὁ αὐτοκινητόδρομος. -
14 автомагистраль
[αφταμαγκιστράλ"] ουσ. θ. αυτοκινητόδρομος -
15 автомагистраль
[αφταμαγκιστράλ"] ουσ θ αυτοκινητόδρομος -
16 автомобильный
επ.αυτοκινητιστικός, του αυτοκίνητου•-ая шина το λάστιχο του αυτοκίνητου•
-ое сообщение αυτοκινητιστική, συγκοινωνία•
автомобильный транспорт αυτοκινητιστικές εταφορές•
автомобильный завод εργοστάσιο αυτοκινήτων•
-ая катастрофа αυτοκινητιστικό δυστύχημα•
-ая дорога αυτοκινητόδρομος, αμαξιτή οδός•
-ая промышленность βιομηχανία αυτοκινήτων•
-ое движение αυτοκινητιστική κίνηση•
автомобильный гудок το κλάζο αυτοκινήτου.
-
17 дорога
-и θ.1. δρόμος, οδός•просёлочная αγροτικός δρόμος•
автомобильная дорога αυτοκινητόδρομος, δημοσιά•
шоссеиная дорога αμαξόδρομος, αμαξιτή οδός•
водная υδάτινη οδός•
воздушная дорога εναέρια οδός•
широкая дорога φαρδύς δρόμος•
торная дорога (κυρλξ. κ. μτφ.) πεπατημένη (τετριμμένη) οδός•
большая κύρια οδός•
сбиться с -и ξεφεύγω από το δρόμο, παραπλανιέμαι, χάνω το δρόμο, παρεκτρέπομαι•
не знай ко мне -и να μην πατήσει το πόδι σου στο σπίτι μου•
на половине –и στη μέση του δρόμου, μισοδρομίς, μισόστρατα•
я встретил его на -е τον συνάντησα καθ'οδόν•
пуститься в -у ξεκινώ, παίρνω δρόμο•
воротиться (вернуться) с -и (ή назад) γυρίζω πίσω, επαναστρέφω, παλινδρομώ, αναποδίζω, επανακάμπτω.
2. πέρασμα, διάβα, δίοδος, διάβαση, διέλευση•встать на -е στέκομαι στο δρόμο (εμποδίζω το πέρασμα)•
дайте мне -у κάνετε μου μέρος να περάσω•
уступить -у кому-н. κάνω μέρος να περάσει κάποιος.
3. ταξίδι•утомительная дорога κουραστικό ταξίδι•
веслая дорога ευχάριστο ταξίδι•
запасти провизии на -у εφοδιάζομαι τρόφιμα γιά το δρόμο•
отправиться в -у ξεκινώ για δρόμο•
собраться в -у ετοιμάζομαι για δρόμο (ταξίδι)•
счастливой -и καλό ταξίδι.
4. μέσο•упорный труд дорога верная дорога к знанию η επίμονη εργασία είναι το σίγουρο μέσο για τη γνώση.
εκφρ.канатная дорога – εναέριος σιδηρόδρομος•конно-железная дорога – βλ. конка• туда и дорога εκεί οδηγεί ο δρόμος, έτσι του χρειάζονταν ή του άξιζε, τά 'θελε και τά 'πάθε•без -и – χωρίς καθορισμένη κατεύθυνση, απρογραμμάτιστα•по -е – α) πηγαίνοντας. β) ίδια κατεύθυνση, γ) ίδια επιδίωξη, ίδια σκέψη•дать ή уступить -у – κ.τ.τ. α) αναμερώ, παραχωρώ τη θέση (κυρλξ. κ. μτφ.) знать -у ξέρω το δρόμο (γνωρίζω πως να ενεργήσω)•перебить (перейти, перебежать – κ.τ, τ.)' προλαβαίνω (προκάνω) πρώτος•пойти по плохой ή дурной -е – παίρνω κακό (άσχημο)δρόμο•стать ή стоять на -е чьей; стать ή стоять поперк -и кому – στέκομαι, μπαίνω εμπόδιο σέ κάποιον•стоять на хорошей ή правильной -е – κρατώ καλή θέση, ακολουθώ σωστό δρόμο•он не попал на свою -у – δεν έπεσε εκεί που είχε κλίση. -
18 рассечь
-еку, -ечшь, -екут, παρλθ. χρ. рассек-ла, -ло-κ. παλ. -ла, -ло; μτχ. παρλθ. χρ. рассекший, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. рассеченный-чен, -чена, -чено κ. παλ. рассеченный, βρ: -чен, -а, -о ρ.σ.μ.1. κόβω• κατακόβω, κατατέμνω, κατατεμαχίζω• διαμελίζω, λιανίζω.2. σχίζω• ανοίγω•рассечь труп σχίζω το πτώμα.
3. διασχίζω•пароход -ек волны το ατμόπλοιο διέσχισε τα κύματα•
само-лт -к воздух το αεροπλάνο διέσχισε τον αέρα.
|| (δια)χωρίζω•шоссе -ло лес на две части ο αυτοκινητόδρομος έκοψε το δάσος στα δυό.
4. (στρατ.) διασπώ, κάνω ρήγμα.(δια)χωρίζομαι•нитка -лась η κλωστή χώρισε (στα δυό ή σε περισσότερες κλωστίτσες).
См. также в других словарях:
αυτοκινητόδρομος — Δρόμος αποκλειστικά αφιερωμένος στη μηχανοκίνητη κυκλοφορία, ο οποίος αποτελείται τυπικά από δύο χωριστά καταστρώματα, ένα για κάθε κατεύθυνση, που τα χωρίζει μια λωρίδα ή νησίδα. Τα καταστρώματα αποτελούνται από πολλές διαχωριστικές λωρίδες για… … Dictionary of Greek
αυτοκινητόδρομος — ο δρόμος κατάλληλος για αυτοκίνητο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Autobahn 1 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A1 in Griechenland … Deutsch Wikipedia
Liste der Autobahnen in Griechenland — Dies ist eine Liste aller griechischen Autobahnen. Verläufe der Autobahnen auf dem griechischen Festland … Deutsch Wikipedia
A2 motorway (Cyprus) — Infobox European road marker name = A2 Motorway Nicosia Larnaca name notes = Αυτοκινητόδρομος Λευκωσίας Λάρνακας eroad = length = length km = 21 length mi = plalength = beltway city = starting terminus = Alambra Intersection to with A1 junction … Wikipedia
A3 motorway (Cyprus) — Infobox European road marker name = A3 Motorway Larnaca International Airport Ayia Napa name notes = Αυτοκινητόδρομος Διεθνούς Αερολιμένα Λάρνακας Αγίας Νάπας eroad = length = length km = 55 length mi = plalength = beltway city = Larnaca (partly) … Wikipedia
Autobahn 12 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A12 in Griechenland … Deutsch Wikipedia
Autobahn 25 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A25 in Griechenland … Deutsch Wikipedia
Autobahn 29 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A29 in Griechenland … Deutsch Wikipedia
Autobahn 2 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A2 in Griechenland … Deutsch Wikipedia
Autobahn 3 (Griechenland) — Vorlage:Infobox hochrangige Straße/Wartung/GR A Αυτοκινητόδρομος A3 in Griechenland … Deutsch Wikipedia